
16 Νοέ ΓΟΝΕΙΣ ΚΑΙ ΔΥΣΛΕΞΙΑ
Όταν ξεκίνησα να πρωτομαθαίνω για τη Δυσλεξία και τις Μαθησιακές Δυσκολίες, ένιωθα σαν να είχα ανακαλύψει την πυρίτιδα, το μπαρούτι! Ένας καινούριος κόσμος ανοίχτηκε μπροστά μου, γεμάτος ενδιαφέρον, περιέργεια. Ξεκίνησαν οι δοκιμές με εντυπωσιακά αποτελέσματα και συμπεράσματα και στιγμές γεμάτες λάμψη. Ανταπόδοση με κάθε επιτυχημένη άσκηση. Κι όταν ο υπέροχος γιος μου πήγε στο σχολείο, άρχισαν οι εκρήξεις… Πόλεμος! Ξαφνικά αρκούσε μια σπίθα για να μετατραπεί το σπίτι σε κρανίου τόπο. Η θαλπωρή και η γαλήνη άρχισαν να τρυπώνουν σε ανήλιαγα στενά και να προσπαθούν να οργανώσουν αντίσταση, αλλά ακόμα και οι επιτυχίες τους επέφεραν αντίποινα. Αν περνούσαμε ήρεμα και χαλαρά κάποιο απόγευμα, θα το πληρώναμε ακριβά την επόμενη μέρα. Κάποιο βιβλίο θα έλειπε, κάποια άσκηση θα είχε ξεχαστεί, κάποιο γραπτό θα ερχόταν κοκκινιστό κι άνοστο, κάποιο σχόλιο θα μας έκανε να ξαναθυμηθούμε ότι εμείς δεν είμαστε σαν τους άλλους…
Να μην παρεξηγηθώ, δεν είμαι από τους γονείς που αναφέρονται στα παιδιά τους στο πληθυντικό πρόσωπο. Μακριά από εμένα τα «φάγαμε», «κοιμηθήκαμε», «περπατήσαμε», «πήγαμε σχολείο» και τα τοιαύτα… Πάντα φρόντιζα να ξεχωρίζω τα πρόσωπα και τις καταστάσεις. Να μην ξεχνάω ότι όλα τα παιδιά είναι παιδιά μας και κανένα πιο ξεχωριστό από κάποιο άλλο. Αλλά κακά τα ψέματα… Ότι συμβαίνει στο παιδί σου, συμβαίνει σ’εσένα.
Γι αυτόν το λόγο θέλω σήμερα να μιλήσω όχι σα μητέρα ή δασκάλα, αλλά σαν άνθρωπος. Να καταθέσω πώς βίωσα το ρόλο μου σα μητέρα του υπέροχου γιου μου. Δεν έχω καμία πρόθεση να τραβήξω τα φώτα επάνω μου, ούτε να βουτήξω στην αυτολύπηση. Ούτε βεβαίως να παρουσιάσω τον εαυτό μου σαν οσιομάρτυρα βασανισμένο. Γιατί τίποτε από αυτά δεν ισχύει.
Προσωπικά δεν έχω συναντήσει δυσκολίες στην ακαδημαϊκή μου πορεία. Δεν χρειάστηκε να ξεπεράσω εμπόδια, ούτε να αποδείξω τις ικανότητές μου. Όλα γίνονταν αυτόματα, εύκολα. Δεν δικαιούμαι λοιπόν να μιλήσω για τις δυσκολίες των παιδιών σα να ήταν δικές μου. Μπορώ όμως να μιλήσω για το πώς βίωσα και βιώνω το γεγονός ότι αυτές τις δυσκολίες τις αντιμετωπίζει ο άνθρωπος, για τον οποίο νοιάζομαι περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο σε αυτόν τον κόσμο.
Αφορμή για όλο αυτό είναι οι άνθρωποι που συναντώ. Υπέροχοι γονείς που παλεύουν με ό,τι δυσκολότερο μπορεί να συμβεί σε κάποιον. Να αισθάνεται ανεπαρκής να βοηθήσει το παιδί του. Το αν είναι σωστό ή λάθος να αισθανόμαστε έτσι, αν πρέπει ή δεν πρέπει, δεν είναι κάτι που θα μας απασχολήσει εδώ. Τα συναισθήματα ή τα νιώθεις ή όχι. Κανόνες δε χωράνε. Τα συναισθήματα είναι μέρος του εαυτού μας και δικαιούνται να εκφραστούν και να μοιραστούν όπως κάθε κομμάτι μας. Χωρίς εγκρίσεις, περικοπές κι «εκπτώσεις» που λέει κι ένας φίλος.
Τι νιώθω λοιπόν, όταν ο γιος μου δυσκολεύεται να διαβάσει; Όταν κρίνεται και συγκρίνεται; Όταν ξυπνάει με πονόκοιλο, πονοκέφαλο, ναυτίες, που σταματούν μαχαίρι στη μία και τέταρτο κάθε μεσημέρι; Όταν σε κάθε ετήσια σχολική φωτογραφία φαίνεται και πιο θλιμμένος; Όταν θυμώνει ανεξέλεγκτα; Όταν αρνείται τη βοήθειά μου; Όταν μου φωνάζει ότι δεν τον καταλαβαίνω; Όταν οι δάσκαλοί του προβλέπουν ένα μαύρο μέλλον γι αυτόν, γεμάτο αποτυχίες και μια ζωή στο περιθώριο και στη σκιά των άλλων; Όταν με κατηγορούν για λάθη, παραλείψεις, στάσεις ζωής, αποφάσεις, που δουλεύω πολύ και δεν ασχολούμαι με το παιδί, που δεν δουλεύω και ασχολούμαι υπερβολικά με το παιδί, που οι ίδιοι πήγαιναν με τα πόδια στο σχολείο, σαράντα χρόνια πριν και τρώγανε ξύλο από το δάσκαλο, που τα παιδάκια στην Αφρική πεινάνε…
Νιώθω το ίδιο με χιλιάδες άλλους γονείς. Ανεπαρκής. Ένοχη. Μόνη. Πολύ κουρασμένη. Απογοητευμένη. Θυμωμένη, οργισμένη καλύτερα. Αδύναμη.
Δεν είναι καθόλου ωραίο να νιώθεις έτσι. Είναι πολύ δύσκολο. Το πιο δύσκολο όμως με όλα αυτά τα συναισθήματα είναι ότι προσπαθείς να τα κρύψεις, να μη φτάσουν στα αυτιά του παιδιού σου, να μην τα φορτωθεί αυτό. Πόσα πια να φορτωθεί ένα παιδί, που τραβάει τα δικά του ζόρια… Δυστυχώς όμως η προσπάθεια δεν έχει πάντα αποτέλεσμα. Και η απόγνωση χτυπάει συχνά την πόρτα και όσο και να μην ανοίγεις, από κάπου τρυπώνει. Και τη βλέπετε όλοι. Και εσύ, και το παιδί σου, και όλοι οι υπόλοιποι.
Μια σκέψη μόνο με σώζει τις μέρες που η απόγνωση τρυπώνει σαν το παλιοπόντικο στο σπίτι μου. Ότι δεν είμαι η μόνη. Ό,τι καλούμαι να αντιμετωπίσω εγώ, καλούνται και εκατομμύρια άλλοι γονείς να το αντιμετωπίσουν. Και όχι μόνο οι γονείς δυσλεξικών μαθητών. Όλοι οι γονείς που υπάρχουν, υπήρξαν ή θα υπάρξουν στον κόσμο. Είμαστε όλοι μαζί σε αυτό το τρενάκι του λούνα παρκ, πότε πάνω, πότε κάτω. Τη μια στιγμή να απολαμβάνουμε τη θέα και την επόμενη να αντικρίζουμε το χάος. Να φοβόμαστε κάθε στιγμή, να συντονίζεται η ψυχή μας με κάθε ανάσα του παιδιού μας, να πονάμε διπλά και τριπλά σε κάθε δικό του μικρό πέσιμο, κι όμως να μην αλλάζουμε αυτή την εμπειρία με τίποτα στον κόσμο. Γιατί η ανταπόδοση είναι τεράστια. Είναι να μπορείς να παρατηρείς την ίδια τη ζωή να προχωράει δίπλα σου και να νιώθεις κι εσύ μέρος της.
Και η ζωή τα έχει όλα… εύκολα, δύσκολα, ωραία, άσχημα, ευκαιρίες, ατυχίες. Επιτυχίες και αποτυχίες. Κι όλα αυτά τα ζω σε όλη τους την ένταση και νιώθω τυχερή που μπορώ να το κάνω. Το ίδιο τυχερός είναι και ο γιος μου.
Μας χαρίστηκε από ένα ραβδί για να κάνουμε τα μαγικά της ζωής μας. Όχι από τα πιο εύκολα για να τα χειριστείς, αλλά ευτυχώς ούτε από τα πιο δύσκολα. Με αυτά θα πορευτούμε, όπως και όλοι οι υπόλοιποι μάγοι. Με αυτά θα κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε.
Όποτε τρυπώνει το παλιοπόντικο της απελπισίας στο σπίτι μου, θυμάμαι ότι είμαι άνθρωπος. Είναι απόλυτα φυσικό να θυμώνω, να απαυδώ, να μου τελειώνει στιγμιαία το κουράγιο. Και μετά ρίχνω μια ματιά στο υπέροχο παιδί μου, παίρνω μια βαθιά ανάσα και φωνάζω: «ΑΪ ΧΑΣΟΥ, ΠΟΝΤΙΚΑΚΙ!».